- Ὁμηροκέντρων
- Ὁμηροκέντρωνpatchwork of Homeric tagsmasc nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ομηροκέντρων — ὁμηροκέντρων, ωνος, ὁ, ἡ ὁμηρόκεντρον, τὸ (ΑΜ) συν. στον πληθ. οἱ ὁμηροκέντρωνες ή τὰ ὁμηρόκεντρα ποιήματα τα οποία ήταν αποτέλεσμα συρραφής διαφόρων στίχων ή τμημάτων τών ομηρικών επών, συντεθειμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτελούν ενιαίο… … Dictionary of Greek